πυκνοτάτη

πυκνοτάτη
πυκνός
close
fem nom/voc superl sg (attic epic ionic)
πυκνος
with pointed bottom
fem nom/voc superl sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • πυκνοτάτῃ — πυκνός close fem dat superl sg (attic epic ionic) πυκνος with pointed bottom fem dat superl sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πυκνοτάτηι — πυκνοτάτῃ , πυκνός close fem dat superl sg (attic epic ionic) πυκνοτάτῃ , πυκνος with pointed bottom fem dat superl sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ζέβρα — Κοινή ονομασία διαφόρων αφρικανικών ιππιδίων. Το τρίχωμά τους χαρακτηρίζεται από πολυάριθμες μαύρες ραβδώσεις, που ξεχωρίζουν πάνω σε ανοιχτόχρωμο βάθος. Οι ζ. μοιάζουν εξωτερικά με τον γάιδαρο και το άλογο. Το ύψος τους, έως το ακρώμιο, ποικίλει …   Dictionary of Greek

  • επικοινωνίας, οδοί — Κατευθυντήριες που ακολουθεί ο άνθρωπος στις μετακινήσεις του. Είναι δυνατόν να είναι χερσαίες (οδικές και σιδηροδρομικές), ποτάμιες ή σε πλωτές διώρυγες, λιμναίες, θαλάσσιες και εναέριες. Ο άνθρωπος επεμβαίνει με την εργασία του μόνο σε ό,τι… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”